Popis: |
Εισαγωγή: Η Κλινική Διακυβέρνηση (ΚΔ) αποτελεί μια συστηματική προσέγγιση στη διασφάλιση και βελτίωση της ποιότητας και της ασφάλειας στις υπηρεσίες υγείας. Τις τελευταίες δεκαετίες οι δημόσιες υπηρεσίες εναρμονίζονται σταδιακά με τη «νέα φιλοσοφία του δημόσιου μάνατζμεντ», η οποία εστιάζει στη βελτίωση της αποδοτικότητας, την ικανοποίηση των πελατών και γενικότερα στην αποτελεσματικότερη διαχείριση. Προς την κατεύθυνση αυτή, έχει ανανεωθεί και το ενδιαφέρον για το ρόλο των άυλων πόρων ως κινητήριων δυνάμεων για τις εξαιρετικές επιδόσεις των οργανισμών. Οι δομικές αλλαγές που υφίστανται τα συστήματα υγείας συχνά δεν επιφέρουν τα προσδοκώμενα αποτελέσματα στη βελτίωση της ποιότητας και της αποδοτικότητας των συστημάτων. Ως θεραπεία στο πρόβλημα αυτό κρίνεται απαραίτητος ο μετασχηματισμός της κρατούσας κουλτούρας παράλληλα με τις προωθούμενες κάθε φορά δομικές αλλαγές ώστε να επιτευχθεί και η προσδοκώμενη βελτίωση της ποιότητας και απόδοσης. Το οργανωσιακό κλίμα είναι ένας όρος που συχνά επιλέγεται εναλλακτικά της οργανωσιακής κουλτούρας, αποτελεί την ποσοτικά προσδιορισμένη έκφραση της κουλτούρας ενός οργανισμού και έχει θεωρηθεί ως προγνωστικός παράγοντας για τις άριστες επιδόσεις του οργανισμού.Σκοπός: Ο προσδιορισμός των γνωρισμάτων της κλινικής διακυβέρνησης τα οποία έχουν ενσωματωθεί στο υφιστάμενο οργανωσιακό κλίμα των νοσοκομείων καθώς και176η σύγκριση μεταξύ του υφιστάμενου οργανωσιακού κλίματος -ως προς τα γνωρίσματα της κλινικής διακυβέρνησης - σε δημόσιο και ιδιωτικό νοσοκομείο.Μεθοδολογία: Πραγματοποιήθηκε μια ποσοτική συγχρονική μελέτη. Χρησιμοποιήθηκε το Ερωτηματολόγιο Κλίματος Κλινικής Διακυβέρνησης (CGCQ), για τη χρήση του οποίου είχε εξασφαλιστεί η σχετική άδεια. Η χαμηλότερη βαθμολογία υποδηλώνει περισσότερο υποστηρικτικό κλίμα κλινικής διακυβέρνησης. Ο μελετώμενος πληθυσμός αποτελούνταν από επαγγελματίες υγείας (n=459) που εργάζονταν σε ένα Δημόσιο και ένα Ιδιωτικό νοσοκομείο της Αττικής και το ποσοστό ανταπόκρισης ήταν 72%. Η συλλογή των στοιχείων της μελέτης πραγματοποιήθηκε από τον Μάιο έως τον Αύγουστο του 2012. Η ανάλυση των απαντήσεων των εργαζομένων, αρχικά, πραγματοποιήθηκε με την περιγραφική στατιστική. Ο βαθμός συμφωνίας των εργαζομένων με κάθε μία διατύπωση παρουσιάζεται ως μέση τιμή (τυπική απόκλιση), ελάχιστη τιμή και μέγιστη τιμή. Προκειμένου από το σύνολο των 60 ερωτήσεων του ερωτηματολογίου να προσδιοριστούν οι κύριοι παράγοντες που διαμορφώνουν σε σημαντικό βαθμό το κλίμα της κλινικής διακυβέρνησης στα υπό μελέτη νοσοκομεία, χρησιμοποιήθηκε η ανάλυση παραγόντων (Factor Analysis), κατά την οποία εφαρμόστηκε η ορθογώνια περιστροφή (varimax rotation). Στην περίπτωση αυτή, οι φορτίσεις (loadings) των στοιχείων του ερωτηματολογίου που ήταν >0,30 θεωρήθηκαν ως αποδεκτές, καθώς επίσης και οι ιδιοτιμές (eigenvalues) των κλιμάκων που ήταν >1. Για τη διερεύνηση της ύπαρξης σχέσης μεταξύ των παραγόντων με καθένα από τα δημογραφικά και τα επαγγελματικά χαρακτηριστικά των εργαζομένων πραγματοποιήθηκαν διμεταβλητές αναλύσεις. Τέλος, πραγματοποιήθηκαν πολυμεταβλητές γραμμικές παλινδρομήσεις περιλαμβάνοντας στο μοντέλο, όσες από τις ανεξάρτητες μεταβλητές βρέθηκαν κατά τις διμεταβλητές αναλύσεις ότι σχετίζονταν στατιστικά σημαντικά με τις εξαρτημένες που είναι οι προκύψαντες παράγοντες. Το αμφίπλευρο επίπεδο στατιστικής σημαντικότητας ορίστηκε ίσο με 0,05. Η ανάλυση των δεδομένων πραγματοποιήθηκε με το IBM SPSS 19.0 (Statistical Package for Social Sciences).Αποτελέσματα: το κλίμα ΚΔ στα υπό μελέτη νοσοκομεία δεν ήταν υποστηρικτικό για την αποτελεσματική εφαρμογή της αφού η μέση τιμή του συνόλου (ΜΤΣ) των απαντήσεων έτεινε προς την αρνητική κατεύθυνση (ΜΤΣ: 2,98) υποδηλώνοντας από αμφιθυμία, έως ελαφρώς αρνητική στάση. Σχεδόν στο σύνολο των στοιχείων του177ερωτηματολογίου, οι εργαζόμενοι του δημόσιου Νοσοκομείου αντιλαμβάνονται το κλίμα κλινικής διακυβέρνησης ως πιο αρνητικό σε σχέση με τους εργαζόμενους στο ιδιωτικό Νοσοκομείο. Οι προκύψαντες από την σχετική ανάλυση παράγοντες «Δίκαιη επιβολή ποινών» (Π.1) και «Βελτίωση της ποιότητας και αποτελεσματική διαχείριση των κλινικών κινδύνων» (Π.2), σημείωσαν μια ελαφρώς θετική τάση στις μέσες τιμές τους οι οποίες ήταν 2,73 και 2,28 αντίστοιχα ενώ ο παράγοντας «Ευκαιρίες για εκπαίδευση και ανάπτυξη» σημείωσε ελαφρώς αρνητική τάση (ΜΤ: 3,30). Από την ανάλυση συσχετίσεων προέκυψαν στατιστικά σημαντικές σχέσεις μεταξύ του φύλου, της ηλικίας, του νοσοκομείου εργασίας, του εκπαιδευτικού επιπέδου, της υπηρεσίας, των ετών προϋπηρεσίας, της θέσης εργασίας και της σχέσης εργασίας και των τριών παραγόντων. Ειδικότερα, φάνηκε ότι οι άνδρες σε σχέση με τις γυναίκες καθώς και οι εργαζόμενοι στο ιδιωτικό σε σχέση με το δημόσιο νοσοκομείο σημείωσαν χαμηλότερες μέσες τιμές οι οποίες αντανακλούν θετικότερη στάση προς τους τρεις παράγοντες. Ομοίως, οι απόφοιτοι ΑΕΙ, οι εργαζόμενοι στην ιατρική υπηρεσία και οι έχοντες σχέση εργασίας αορίστου χρόνου σημείωσαν χαμηλότερες μέσες τιμές οι οποίες αντανακλούν θετικότερη στάση. Από την πολυμεταβλητή ανάλυση προέκυψε ότι οι άντρες είχαν μεγαλύτερη μέση βαθμολογία κατά 0,34 μονάδες στον παράγοντα «Δίκαιη επιβολή ποινών» σε σχέση με τις γυναίκες (p |