Αλληλεπιδράσεις και φαρμακογονιδιωματική αξιολόγηση αντιδιαβητικών φαρμάκων: Η σημασία τους στην κλινική τοξικολογία

Jazyk: Greek, Modern (1453-)<br />Greek
Rok vydání: 2023
Předmět:
DOI: 10.26262/heal.auth.ir.347298
Popis: Ο σακχαρώδης διαβήτης (ΣΔ) είναι μια νόσος που χαρακτηρίζεται από αύξηση του σακχάρου (γλυκόζης) στο αίμα, που κατά κύριο λόγο οφείλεται στην ελλιπή παραγωγή ινσουλίνης. Η ινσουλίνη είναι μια ορμόνη που εκκρίνεται από τα β-κύτταρα των νησιδίων του Langerhans. Οι δύο κυριότεροι τύποι διαβήτη είναι το τύπου 1 (ΣΔ1) που είναι ινσουλινοεξαρτώμενος και ο τύπου 2 (ΣΔ2) που αντιμετωπίζεται με κατά κύριο λόγο με από του στόματος φαρμακευτική αγωγή. Τα σκευάσματα που χρησιμοποιούνται διακρίνονται α) στα εκκριταγωγά που αυξάνουν την έκκριση της ήδη παραχθείσας ινσουλίνης, β) σε αυτά προάγουν την ινσουλινοευαισθησία και μειώνουν την ποσότητα της εξωγενούς ινσουλίνης που απαιτείται για την διατήρηση ενός επιπέδου γλυκόζης στο αίμα, γ) σε αναστολείς της α-γλυκοσιδάσης που δρουν εμποδίζοντας τη διάσπαση των δισακχαριτών και συνεπώς μειώνουν την απορρόφηση των υδατανθράκων και δ) σε αυτά που δρουν αναστέλλοντας την επαναρρόφηση της γλυκόζης από το εγγύς εσπειραμένο σωληνάριο και αυξάνουν την νεφρική αποβολή της γλυκόζης. Κάθε κατηγορία έχει μελετηθεί ξεχωριστά για τις αλληλεπιδράσεις που έχουν οι συντελεστές της με τα φάρμακα που συνταγογραφούνται ευρέως σε διαβητικούς ασθενείς. Από κλινικές μελέτες φαίνεται πως σε ελάχιστες περιπτώσεις υπήρξαν κλινικά σημαντικές αλληλεπιδράσεις που ωστόσο δεν ήταν απειλητικές για την υγεία του ασθενούς. Συνεπώς, δεν έχουν παρατηρηθεί κλινικά τοξικές αλληλεπιδράσεις κατά τη συγχορήγηση με αντυπερτασικά, αντιμικροβιακά, αντιψυχωτικά, αντιεπιληπτικά, αντιμυκητιασικά κ.ά. Παράλληλα, αξιολογήθηκαν από φαρμακογονιδιωματική άποψη, οι σουλφονυλουρίες, οι γλινίδες, τα ινκρετινομιμητικά, η μετφορμίνη, οι θειαζολιδινεδιόνες και η ακαρβόζη. Μεταλλάξεις γονιδίων που κωδικοποιούν υποδοχείς στόχους ή μεταβολικά ένζυμα επηρεάζουν την απόκκριση του ασθενούς αντιδιαβητική αγωγή. Με βάση κλινικές μελέτες αποφαίνεται ότι η πλειονότητα των πολυμορφισμών, ευνοεί την δράση των αντιδιαβητικών παραγόντων
Diabetes mellitus (DM) is a disease characterized by an increase in blood sugar (glucose), which is mainly due to insufficient insulin production. Insulin is a hormone secreted by the β-cells of the islets of Langerhans. The two main types of diabetes are type 1 (T1DM) which is insulin dependent and type 2 (T2DM) which is mainly treated with oral medication. The drugs used for diabetes treatment are distinguished a) in secretagogues that increase the secretion of already produced insulin, b) in those that promote insulin sensitivity and reduce the amount of exogenous insulin required to maintain a level of glucose in the blood, c) in inhibitors of α- glucosidases that act by preventing the breakdown of disaccharides and therefore reduce the absorption of carbohydrates and d) those that act by inhibiting the reabsorption of glucose from the proximal convoluted tubule and increase the renal excretion of glucose. Each class has been studied separately for their interactions with drugs that are widely prescribed to diabetic patients. According to clinical studies, it appears that in rare cases there were clinically significant interactions which, however, were not threatening to the patient's health. Therefore, no clinically toxic interactions have been observed during coadministration with antihypertensives, antimicrobials, antipsychotics, antiepileptics, antifungals, etc. Furthermore, sulfonylureas, glinides, incretinomimetics, metformin, thiazolidinediones and acarbose were pharmacogenomic evaluated. Mutations in genes encoding target receptors or metabolic enzymes affect the patient's response to antidiabetic treatment. Based on clinical studies, it is concluded that the majority of polymorphisms favor the action of antidiabetic agents
Databáze: OpenAIRE