Καταγραφή και παρακολούθηση της ευαισθητοποίησης και της αλλεργίας στο δηλητήριο της μέλισσας σε πληθυσμό Ελλήνων μελισσοκόμων

Autor: Caterina Chliva
Rok vydání: 2021
DOI: 10.12681/eadd/35942
Popis: Η συχνότητα των αλλεργικών αντιδράσεων από νυγμούς μέλισσας στουςμελισσοκόμους ποικίλει σημαντικά από χώρα σε χώρα, ενώ δεν υπάρχουν δεδομέναπου αφορούν ειδικά στον Ελλαδικό χώρο.Σκοπός της μελέτης ήταν η καταγραφή της συχνότητας της αλλεργίας και τηςευαισθητοποίησης στο δηλητήριο της μέλισσας (HBV) και η ταυτοποίηση πιθανώνπαραγόντων κινδύνου. ∆ευτερεύων στόχος ήταν η διερεύνηση της πιθανήςσυσχέτισης των κλινικοεργαστηριακών παραμέτρων με την εμφάνιση ανοχής στο HBVσε αλλεργικούς μελισσοκόμους.Η μελέτη πραγματοποιήθηκε σε δυο φάσεις και συμπεριλήφθηκαν μέλημελισσοκομικών συνεταιρισμών από τη Βόρεια και τη Νότια Ελλάδα. Κατά την πρώτηεπίσκεψη, οι συμμετέχοντες αξιολογήθηκαν με: (α) ερωτηματολόγιο που αφορούσεδημογραφικά χαρακτηριστικά, πληροφορίες για τη μελισσοκομική δραστηριότητα,συμπτωματολογία μετά από φυσικούς νυγμούς και στοιχεία του ατομικούαναμνηστικού, (β) δερματικές δοκιμασίες νυγμού (∆∆Ν) και ενδοδερμικές δοκιμασίες(Ε∆) με κεκαθαρμένο εκχύλισμα HBV, (γ) αιμοληψία για τον προσδιορισμό στον ορότης ολικής ανοσοσφαιρίνης Ε (IgE), των ειδικών για το HBV IgE (sIgE-HBV) και IgG4(sIgG4-HBV) και της ισταμίνης σε επιλεγμένα δείγματα, και (δ) ∆∆Ν με μείζοναεισπνεόμενα και τροφικά αλλεργιογόνα για τον έλεγχο ατοπίας. Στη δεύτερησυνάντηση, δύο χρόνια μετά την πρώτη επίσκεψη, οι μελισσοκόμοι κλήθηκαν γιαεπανεξέταση και ερωτήθηκαν για τη συχνότητα των νυγμών και το είδος τωναντιδράσεων. Επίσης, έγινε επανάληψη των ∆∆Ν και Ε∆. Η στατιστική επεξεργασίατων δεδομένων έγινε με χρήση του IBM SPSS v.20.Τριακόσιοι εβδομήντα δύο μελισσοκόμοι (73,1% άνδρες), ηλικίας 45 ± 15 ετώνσυμπεριλήφθηκαν στη μελέτη. Αλλεργική αντίδραση μετά από νυγμό μέλισσαςανέφεραν 64 (17,4%) συμμετέχοντες. Θετικές δερματικές δοκιμασίες στο δηλητήριοτης μέλισσας διαπιστώθηκαν σε 81 (22,5%) άτομα, ενώ sIgE-HBV > 0.35 kU/Lανιχνεύθηκε σε 243 (65,3%) μελισσοκόμους. Σαράντα εννέα (76,6%) αλλεργικά άτομαανέφεραν εκ νέου νυγμούς μετά την αρχική αντίδραση, ενώ 38 (77,5%) από αυτούςείχαν παρουσιάζει ανοχή στο HBV. Η συχνότητα των ετήσιων νυγμών, ο νυγμός στηνκεφαλή, η ρινική συμπτωματολογία κατά την ενασχόληση με τα μελίσσια, το ιστορικόαλλεργίας στη σφήκα, καθώς και η συνύπαρξη θετικού ιστορικού ατοπίας και θετικών∆∆Ν σχετίζονταν θετικά (P < 0,05) με την εμφάνιση αλλεργικής αντίδρασης.Σημαντικές διαφορές (P < 0,05) παρατηρήθηκαν στα επίπεδα της sIgG4-HBV μεταξύαλλεργικών (15,9 ± 21,8 kU/L) και μη αλλεργικών (27,0 ±31,0 kU/L) ατόμων, καθώςκαι μεταξύ αλλεργικών που ξεπέρασαν (23,2 ± 24,6 kU/L) ή δεν ξεπέρασαν (3,0 ± 4,1kU/L) την αλλεργία στο HBV. Το 82,4% των συμμετεχόντων δήλωσε άγνοιααντιμετώπισης ενδεχόμενης αλλεργικής αντίδρασης. Για επανεξέταση προσήλθε το44,1% των μελισσοκόμων, στην πλειονότητα επαγγελματίες με μεγαλύτερη διάρκειαενασχόλησης με τη μελισσοκομία, που δέχονταν > 200 ετήσιους νυγμούς και κυρίωςμη αλλεργικοί ή αλλεργικοί που ξεπέρασαν την αλλεργία. Κατά την επανεξέταση, οιδερματικές δοκιμασίες στο HBV διαφοροποιήθηκαν σε 50 (31,5%) άτομα. Σε 11αλλεργικούς μελισσοκόμους, οι οποίοι πληρούσαν τα κριτήρια που τέθηκαν,προσδιορίστηκαν τα επίπεδα ισταμίνης στον ορό. Τα επίπεδα της ισταμίνηςπαρουσίασαν θετική συσχέτιση με τα επίπεδα της sIgG4-HBV. Οι τιμές των δύο αυτώνπαραμέτρων ήταν υψηλότερες στους αλλεργικούς μελισσοκόμους που ξεπέρασαν τηναλλεργία και σε αυτούς που είχαν > 200 ετήσιους νυγμούς.Συμπερασματικά, η συχνότητα της αλλεργίας και της ευαισθητοποίησης στοHBV ήταν αυξημένη στους μελισσοκόμους, ενώ αναγνωρίστηκαν παράγοντεςκινδύνου για την εμφάνιση αλλεργίας. Η ενημέρωση και εκπαίδευση αυτού του ειδικούπληθυσμού για τα μέτρα αντιμετώπισης της αναφυλαξίας είναι απολύτωςαπαραίτητες. Τα επίπεδα της sIgG4-HBV στον ορό συσχετίστηκαν τόσο με προστασίααπό την αλλεργία όσο και με αποδρομή της. Τέλος, τα επίπεδα της ισταμίνης στον ορότων αλλεργικών ατόμων ακολουθούσαν το ίδιο προφίλ με τα επίπεδα της sIgG4-HBV.Τα ευρήματα αυτά παραπέμπουν σε πιθανό ανοσορυθμιστικό ρόλο της ισταμίνηςστην εμφάνιση ανοχής έναντι των αλλεργιογόνων και χρήζουν περαιτέρωδιερεύνησης.
Databáze: OpenAIRE